Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010

Τ' όνειρο

Είδα πουλιά στον ουρανό
Είδα φωτιά στ' αστέρια
Φεύγουν τα σύννεφα θαρρώ
Και σα ν' αχνοφωτίζει
-
Πικρή που είν' η καταχνιά
Χρόνια και χρόνια η ζωή μας
Μα ένα παιδί χαμογελά
Η ελπίδα σα ν' ανθίζει
-
Να το πιστέψω ίσως μπορώ
Κλείνω τα μάτια, και το φτάνω
Η άνοιξη είναι μακριά
Τ' όνειρο την αγγίζει ...
_

9 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Προσπάθησα να συμπληρώσω αυτήν την ανάρτηση αντί να κάνω νέα, αλλά δεν τα κατάφερα.
Έτσι, έχουμε δυο για το ευτυχές γεγονός!!!
Θα ΄πρεπε να ΄ταν 1002...

Προτείνω αυτή να είναι για πιο "καλλιτεχνικές προσεγγίσεις" κι η άλλη για πιο "αγωνιστικές".
Αλλά, γιατί το καλλιτεχνικό να μην είναι και αγωνιστικό;
ΧΤΚ

Ανώνυμος είπε...

Οι καμπάνες δεν μπορούν μόνο να κλάψουν αυτούς που έχουν χαθεί,

Οι καμπάνες πρέπει να σώσουν αυτούς που δεν έχουν ακόμη χαθεί.
Γ.Γεφτουσένκο.

Ανώνυμος είπε...

Στ’ ακρογιάλι του φθινοπώρου
Του Γιάννη Ποταμιάνου

Πυρώνω την καρδιά μου στη λάβα των ηφαιστείων μου
Να λάμπει η ανεκτίμητη στιγμή
Καθώς κοιτάω κατάματα το αδιέξοδο

Αναμμένα κάρβουνα τα σωθικά μου
Σπαρταράω στα νύχια του θηρίου
Καθώς η αμφιβολία
παγώνει την προοπτική μου

Θα δρέψω κάθε ώριμο καρπό στο γόνιμο μονοπάτι μου
Ν’ ανοίξει ο δρόμος
της νέας ανθοφορίας μου

Και σαν αισθανθώ την ταπεινότητα
Μπρος στο βουητό του καταρράκτη
Αιωρούμενος
Θα λικνιστώ στα κύματά του
να νανουρίσω τα όνειρά μου

Στην επέλαση των ηλιαχτίδων μου σκορπάει η καταχνιά
Και οι στίχοι μου
χαρούμενα πουλιά
να τιτιβίζουν

Ας κουρνιάζουν αποβραδίς στο ακατανόητό μου

Όμως αιώνες τώρα οι πόθοι μου βοτσαλάκια
Θρυμματίζονται στις ακρογιαλιές του χρόνου
Ώσπου γίνονται ψιλή άμμος που την παίρνει ο άνεμος
Να θάψει το λείψανο του καλοκαιριού

Ας με ξέβρασε το μελτέμι του Αυγούστου
στ’ ακρογιάλι του φθινόπωρου
Μπαίνω πάντα στα ποιήματά μου ιαματικός
καθώς δένω τις πληγές των ουσιαστικών μου
με τα οθόνια των επιθέτων μου

2 Σεπτεμβρίου 2010

Ανώνυμος είπε...

Σε γελάσανε και πάλι
Του Γιάννη Ποταμιάνου

Ο ατομισμός φοβέρα
Τραγουδάει σαν φλογέρα
Στέλνεις μήνυμα καυτό
Μουσική στο κινητό

Η απόσταση μακραίνει
Και ο φίλος σου μωραίνει
Περιμένεις το γιατρό
Μα το θεμέλιο σαθρό

Σε ξεγέλασαν και πάλι
Σου τα βάλαν στο κεφάλι
Αξίες, γλώσσα δανεικά
Σ’ έκλεψαν στα ιδανικά

Και βαδίζει ο νους μονάχος
Κουλοχέρης μονομάχος
Ο ανεμόμυλος γυρίζει
Βάλε στόχο ψιθυρίζει

Η καρδιά σου σπαρταράει
Ο έρωτας σαν τη βαράει
Μη βάζεις τ’ όνειρο στο ράφι
H ζωή θα πάει στράφι

12 Σεπτεμβρίου 2010

Ανώνυμος είπε...

Τρέμουν κι αχούνε οι βαριές
Βροντόφωνες καμπάνες
Μα ακούστε ένα χαμόγελο
Πιο δυνατό και καίριο
Είν’ απ’ τα χείλη του παιδιού
Είναι όμορφο, σαρώνει
ΠΟΤΕ δε σβήνει, είναι γραφτό
Το μέλλον ν’ ανταμώνει

ΓΝ

Ανώνυμος είπε...

ΝΕΟ ΕΠΑΛ
από το χάος της λαμαρίνας
στην τάξη του σκυροδέματος

ΠΗΓΗ: Βασίλισσα του Σοβά

Ανώνυμος είπε...

Πρωτοχρονιάτικο (Κώστας Βάρναλης)

Σαράντα σβέρκοι βωδινοὶ μὲ λαδωμένες μποῦκλες
σκεμπέδες, σταβροθόλωτοι καὶ βρώμιες ποδαροῦκλες
ξετσίπωτοι, ἀκαμάτηδες, τσιμπούρια καὶ κορέοι
ντυμένοι στὰ μαλάματα κ᾿ ἐπίσημοι κι ὡραῖοι.

Σαράντα λύκοι μὲ προβιὰ (γι᾿ αὐτοὺς χτυπᾷ ἡ καμπάνα)
καθένας γουρουνόπουλο, καθένας νταμιτζάνα!
Κι ἀπὲ ρεβάμενοι βαθιὰ ξαπλώσανε στὸ τζάκι,
κι ἀβάσταγες ἐνιώσανε φαγοῦρες στὸ μπατζάκι.

Ὄξ᾿ ὁ κοσμάκης φώναζε: «Πεινᾶμε τέτοιες μέρες»
γερόντοι καὶ γερόντισσες, παιδάκια καὶ μητέρες
κ᾿ οἱ τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν σφιχτοὶ νοικοκυρέοι
ἀνοῖξαν τὰ παράθυρα καὶ κράξαν: «Εἶστε ἀθέοι».

Ανώνυμος είπε...

KAΛΗ ΧΡΟΝΙΑ
«…του μελαμπύγου τύχειν…»

Στη φούγκα του κλέφτη ο κανόνας ναν’ καλά,
ώσμωση μίμησης ζύμωσε ξόανα…
ποιος δόλωσε ανώριμες συνειδήσεις?
Αήθης νηνεμία για τους αφρούς στο κύμα,

κι ας μην φρόντισαν γι’ αυτό…
και για τ’ άλλα που φρόντισαν τι έγινε?
Οι κάλπες των ονείρων μας χωμάτινες, κατουρημένες,
ποια αρετή σου μένει ακόμη να προδώσεις?

κλέβουμε, κλέβουμε,
Πατρίδα χήρα εξαντλημένη χωρίς
σκέψη, γιατί μητέρα? μάτωσες,
ποιος σ’ αγάπησε στου βάτου το κρεβάτι?
η τήση, μας ποτίζει ζωή για να μας εκτελεί αιώνια,

τι πειράζει? ποιος κλαίει τους νεκρούς…
καιρός είναι τώρα να παρεξηγήσουν και οι νεκροί το θάνατο,
κλέβουμε, κλέβουμε,

Ακτίνες χλωροφύλλης φορτίζουν, των παιδιών μας, τα μουχλιασμένα μνήματα,
κερνάω το ποτό του Τάνταλου, μοιράδι αρετής μόνο για τους ανέργους.
Χειμώνας υφαίνει τις φτερούγες μας,
μαθαίνεις να κλαίς…
κλέβαμε και κλέβαμε.


Καλή χρονιά

Αργύρης Ηλίας

Γιώργος Στάμος είπε...

Προσοχή στην τρίτη ευχή …

20 Δεκέμβρη 2010

Ένας καθηγητής κάθεται στο γραφείο σε ένα κενό και μέσα στη βαρεμάρα του αποφασίζει να καθαρίσει τα συρτάρια του. Βγάζοντας ένα σωρό φακέλους, φυλλάδια και άχρηστα χαρτιά, βλέπει μπροστά του ένα λυχνάρι μέσα στη σκόνη.


“Ωραία αντίκα! Ρε λες να έχει μέσα κανένα τζίνι;» γελάει και το τρίβει για πλάκα.


Φυσικά ένα τζίνι πετάγεται μπροστά του.

- Μπορείς να πραγματοποιήσεις 3 ευχές σου!, του λέει το τζίνι επιβλητικά.


Σκέφτεται, «Άντε ρε, τι βλακείες, κάποιο κόλπο είναι του Αντρέα, σαν εκείνο τον παπαγάλο που μίλαγε ….»

1η ευχή: Θέλω τώρα αμέσως ένα φρεντοτσίνο και ένα τοστ μόνο με μπιφτέκι, αυγά, πατάτες, μαγιονέζα και διπλό ζαμπόν. Χα χα χα …

Πριν ολοκληρώσει τη φράση, το τζίνι εξαφανίζεται μέσα στο λυχνάρι και μπαίνει η Αρετή με … δίσκο.

Έφερα το φρεντοτσίνο και το τοστ. Καλή όρεξη.

Αφού καταβρόχθισε τα πάντα, παίρνει το λυχνάρι και το ξανατρίβει.

Φυσικά το τζίνι πετάγεται πάλι μπροστά του.

- Κιόλας αφέντη, ούτε να ξεκουραστώ δε μ’ αφήνεις, πεινάς κι άλλο; Έφαγες του σκασμού … Άντε λέγε τη 2η ευχή.

-Σκάσε βλαμμένο και άκου. Ξέρω ότι μου κάνουν πλάκα και θα το αποδείξω. Άκου καλά. 2η ευχή: Θέλω να πάμε στο νέο σχολείο !!! χα χα χα λέει φωναχτά να τον ακούσουν και στα διπλανά δωμάτια

- Μάλιστα, λέει το τζίνι.

Σε δυο μέρες το τζίνι ντύνεται … ψηλός μαθητής, φορτηγό, μετακόμιση, νέο σχολείο, αγιασμός, παπάδες, δημάρχοι κ.λπ.

Όλο τον επόμενο μήνα, ο καθηγητής σκεφτόταν τι να ζητήσει, έψαχνε να βρει κάτι σημαντικό, να μην πάει η 3η ευχή χαμένη …

4 Φλεβάρη 2011.

Μετά το σύλλογο της Πέμπτης, πρωί πρωί ο καθηγητής κάθεται στο ολοκαίνουργιο γραφείο με μπουφάν, κασκόλ, χωρίς θέρμανση, χωρίς φως, χωρίς φωτοτυπικό, χωρίς Internet, οι μαθητές δε μπαίνουν λέει στις τάξεις γιατί κρυώνουν και ξεκίνησαν να βρουν το Δήμαρχο, βρίζει την τύχη του ώσπου …. !!! μια ιδέα του κατεβαίνει ξαφνικά και
Παίρνει το λυχνάρι και το ξανατρίβει:

- Άντε ρε αφέντη, άργησες, λέγε γρήγορα να κάνω την 3η ευχή να ελευθερωθώ.

- 3η ευχή: Άκου, θέλω θέρμανση, φως, φωτοτυπικό, κομπιούτερ, Internet, τώρα αμέσως. Άντε να τελειώνουμε με τα προβλήματα, βαρέθηκα

-Η ευχή σας, διαταγή μου, απαντά το τζίνι.

Πριν ολοκληρώσει τη φράση, το τζίνι εξαφανίζεται μέσα στο λυχνάρι και ….

Μπαίνει ο …… γνωστός ψηλός μαθητής με 10 ακόμη μαθητές

Κύριε, εντάξει, έχουμε πάει όλα τα θρανία, τις βιβλιοθήκες, τα γραφεία σχεδόν τελειώσαμε με το φορτηγό. Χτύπησε και το κουδούνι, όλοι οι μαθητές έχουν μπει στα … containers, ελάτε.

- Ο καθηγητής λιποθυμάει. Μετά από λίγο ξυπνάει και βλέπει γύρω του. Όλα γνώριμα, σα να μην πέρασε μια μέρα, ο παπαγάλος πάνω στη ντουλάπα, οι χάρτες στους τοίχους, οι κουρτίνες ανοιχτές, τα containers απέναντι, έξω διάλειμμα, μαθητές τρέχουν και παίζουν μπάσκετ … Γύρω του οι συνάδελφοί του τού μιλάνε

Άντε ρε Γιώργο, μας λαχτάρησες, τι έπαθες;

Ο καθηγητής ανασηκώνεται, ξεροκαταπίνει. Συγγνώμη, καλά είμαι, ρε παιδιά που έχω μάθημα τώρα;

Στο 2ο container, δεν πειράζει, είπαμε στους μαθητές να κάνουν κενό;

Όοοοοοοοοχι, φωνάζει και ξαναλιποθυμάει.

Προσοχή λοιπόν στην τρίτη ευχή …

Αναγνώστες